ΜΙΑ ΣΕΙΡΑ ΜΕΤΡΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ.
Εισαγωγή
Για αρκετές δεκαετίες ο γεωργικός τομέας αποτέλεσε έναν από τους σημαντικότερους πυλώνες της ελληνικής οικονομίας. Τις τελευταίες δεκαετίες ωστόσο, παρατηρήθηκε μια αλλοίωση του αγροτικού επαγγέλματος, καθώς, στα πλαίσια της ΚΑΠ, οι Έλληνες γεωργοί αρκέστηκαν, απλώς, στο να λαμβάνουν τις κοινοτικές επιδοτήσεις. Αποτέλεσμα αυτού είναι σήμερα, το μεγαλύτερο ποσοστό του οικογενειακού γεωργικού εισοδήματος, πάνω από το 70%, να προέρχεται από τις κοινοτικές επιδοτήσεις, ενώ λιγότερο του 30% να προέρχεται από το εισόδημα από τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις. Παράλληλα με την κατάσταση αυτή, παρατηρήθηκε μία απαξίωση της πρωτογενούς παραγωγής, γεγονός που οδήγησε σε ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο στα αγροτικά προϊόντα και τρόφιμα.
Τα πέντε τελευταία χρόνια, η Ελλάδα καταβάλλει μία γιγαντιαία προσπάθεια αναδιάταξης της οικονομίας της, μέσα από ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Σ’ αυτήν την προσπάθεια πρωταρχικό ρόλο καλείται να διαδραματίσει η πρωτογενής παραγωγή.
Με αφορμή, τα νέα μέτρα-προαπαιτούμενα που αφορούν στον αγροτικό τομέα και πρόκειται να εφαρμοστούν το επόμενο διάστημα, καθώς και τη σημασία της αγροτικής οικονομίας στην επίτευξη του στόχου της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας μας, όπως ακούσαμε από πολλούς κατά τη διάρκεια των προγραμματικών δηλώσεων από το βήμα του Ελληνικού Κοινοβουλίου, το άρθρο αυτό επιδιώκει να παρουσιάσει μια σειρά μέτρων πολιτικής, που ο συγγραφέας πιστεύει ότι μπορούν να συμβάλλουν στην αναγέννηση του πρωτογενούς τομέα, προκειμένου ο ελληνικός αγροτικός τομέας να καταστεί αρωγός στην ανάπτυξη και την έξοδο από την οικονομική κρίση.
Μέτρα που μπορούν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της γεωργίας
Μια σειρά μέτρων, σε συγκεκριμένους τομείς, που μπορούν να συμβάλλουν στο να γίνει η ελληνική γεωργία ανταγωνιστικότερη αφορούν στα παρακάτω:
- Οι απασχολούμενοι στον αγροτικό τομέα
Το ποσοστό ενασχόλησης με τη γεωργία στις νεανικές ηλικίες εμφανίζεται ιδιαίτερα χαμηλό. Ωστόσο, με την έναρξη της ελληνικής οικονομικής κρίσης, η συμπεριφορά και οι προτιμήσεις των Ελλήνων άλλαξαν άρδην, καθώς μεγάλο είναι το ποσοστό εκείνων που εκδηλώνουν ενδιαφέρον για απασχόληση στον γεωργικό τομέα.
Με βάση τα παραπάνω, θα μπορούσε να υπάρξει μία συνεργασία ανάμεσα στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) και την τοπική αυτοδιοίκηση για την ενίσχυση της απασχόλησης. Σαν μέτρο θα μπορούσε να προταθεί σε κάθε Περιφέρεια οι παραγωγοί να έχουν τη δυνατότητα να δηλώνουν στον ΟΑΕΔ τις θέσεις εργασίας που χρειάζονται και στη συνέχεια οι άνεργοι να μπορούν με τη σειρά τους να ενημερώνονται και να εκδηλώνουν ενδιαφέρον.
Επιπλέον, το ποσοστό κατάρτισης των αγροτών είναι χαμηλό, δρώντας σαν ανασταλτικός παράγοντας της ανταγωνιστικότητας του γεωργικού τομέα. Για το λόγο αυτό απαιτείται να ενισχυθούν οι προσπάθειες για εκπαίδευση και επιμόρφωση, στα πλαίσια της δια βίου μάθησης, ενώ επίσης, θα πρέπει να ενισχυθεί και η αποτελεσματική διάχυση των αποτελεσμάτων της επιστημονικής έρευνας, προκειμένου να αξιοποιηθεί τόσο από τους αγρότες, όσο και από τους σχεδιαστές της αγροτικής πολιτικής (π.χ. μέσω της ενεργοποίησης του δικτύου των Κέντρων Γεωργικής Εκπαίδευσης του ΕΛΓΟ-Δήμητρα).
- Ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας
Η οικονομική κρίση είχε ως συνέπεια τη σταδιακή μείωση του εισοδήματος των Ελλήνων γεωργών και κτηνοτρόφων.
Η κατάσταση αυτή επιδεινώθηκε, όπως είναι γνωστό, από διάφορες αλλαγές, όπως:
α) άνοδος του κόστους παραγωγής, που προκλήθηκε από την επιβολή φόρων,
β) αύξηση του ΦΠΑ σε εργαλεία, πάγιο εξοπλισμό,
γ) επιβαρύνσεις στις τιμές ζωοτροφών, φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων,
δ) αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών υπέρ ΕΛΓΑ,
ε) μείωση της χρηματοδότησης από τις τράπεζες,
στ) κατάργηση της πίστωσης από πολλούς προμηθευτές,
ζ) μετάθεση πληρωμών από πολλούς εμπόρους,
η) καθυστέρηση στην καταβολή των αποζημιώσεων για αποδεδειγμένες ζημιές,
θ) απουσία νοοτροπίας ενίσχυσης των συλλογικών δράσεων (π.χ. ομάδες παραγωγών),
ι) καθυστέρηση στην προκήρυξη και υλοποίηση μέτρων του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020 και
κ) χρήση των μέχρι σήμερα παρεχόμενων επιδοτήσεων (Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2007-2013) για την απόκτηση μηχανολογικού εξοπλισμού πολύ μεγαλύτερου από αυτόν που πραγματικά χρειάζονταν.
Έτσι, στα πλαίσια της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας του αγροτικού τομέα, είναι απαραίτητο να δοθεί έμφαση στην ενίσχυση μικρών και μεσαίων αγροτών, μικρομεσαίων επιχειρήσεων μεταποίησης αγροτικών προϊόντων καθώς και στην αξιοποίηση τοπικών πόρων για την ανάπτυξη αγροτουριστικών και οικοτουριστικών δραστηριοτήτων. Επισημαίνεται ότι στην προσπάθεια ανάπτυξης της αγροτικής παραγωγής σημαντικό ρόλο μπορούν να διαδραματίσουν και οι περιφερειακές αγροτικές συμπράξεις που έχουν αρχίσει να συστήνονται.
Επιπλέον, χρειάζεται:
α) να αρχίσει η λειτουργία του Ταμείου Αγροτικής Επιχειρηματικότητας (ΤΑΕ) ή αντίστοιχης Αγροτικής Αναπτυξιακής Τράπεζας,
β) να επιταχυνθούν οι διαδικασίες για την αξιολόγηση, την προέγκριση, την έγκριση και την πληρωμή των επενδυτικών μέτρων του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης, με προτεραιότητα στις επενδύσεις που αφορούν στη μεταποίηση και εμπορία αγροτικών προϊόντων και
γ) να αξιοποιηθούν όλα τα διατιθέμενα χρηματοδοτικά εργαλεία των συναρμόδιων υπουργείων (όπως του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και τα επιχειρησιακά προγράμματα του νέου ΕΣΠΑ) για τη στήριξη και την ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα της οικονομίας.
- Προώθηση των ελληνικών αγροτικών προϊόντων
Προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης και προώθησης των ελληνικών προϊόντων μπορούν να ληφθούν διαφόρων ειδών μέτρα. Ενδεικτικά αναφέρονται τα παρακάτω:
- Οργάνωση επιχειρησιακών σχεδίων δράσης.
- Διεξαγωγή ερευνών αγοράς για αγορές-στόχους.
- Διοργάνωση και συμμετοχή σε ειδικές εκδηλώσεις και δραστηριότητες, στα πλαίσια δημοσίων σχέσεων.
- Ενημέρωση για τα αγροτικά προϊόντα μέσω της δημιουργίας ιστοσελίδων, αξιοποίησης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης καθώς και δημιουργία και διανομή έντυπου υλικού, τα οποία να παρουσιάζουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και τα πλεονεκτήματα των προϊόντων, καθώς και τους τρόπος παραγωγής τους.
- Ανάδειξη των κατοχυρωμένων προϊόντων ως πιστοποιημένα με ειδικά σήματα (π.χ. ΠΟΠ, ΠΓΕ), προκειμένου να λειτουργήσουν προς όφελος της περαιτέρω ανάπτυξης των τοπικών και περιφερειακών οικονομιών.
- Δημιουργία τοπικών αγορών αγροτών προκειμένου να στηριχθεί η διάθεση των αγροτικών προϊόντων από τους παραγωγούς απευθείας στους καταναλωτές, με σκοπό να συντελέσουν αφενός στην πτώση των τιμών, αφετέρου στην καλύτερη πληροφόρηση των καταναλωτών σχετικά με την ποιότητα των αγροτικών προϊόντων.
- Δημιουργία εθνικού αγροτικού κτηματολογίου, με κύριο στόχο την ομαλή υλοποίηση αγροτικών επενδύσεων.
- Θέσπιση ενός συγκεκριμένου θεσμικού πλαισίου, το οποίο θα ενισχύει την ανάπτυξη αγροτουριστικών τοπικών επιχειρηματικών πρωτοβουλιών.
- Προώθηση της υιοθέτησης «καλών πρακτικών» με σκοπό, τόσο τη μείωση του κόστους παραγωγής, όσο και της δημιουργίας συμπληρωματικού εισοδήματος (π.χ. χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας).
- Δημιουργία συνθηκών υγιούς εμπορίου που θα διασφαλίζουν σωστές και δίκαιες τιμές στους παραγωγούς και ικανό περιθώριο κέρδους (π.χ. αγορές αγροτών).
- Λειτουργία ενός καθολικού συστήματος ιχνηλασιμότητας των αγρο-διατροφικών προϊόντων.
- Εντατικοποίηση των ελέγχων των εισαγόμενων προϊόντων και τροφίμων, προς αποφυγή «ελληνοποιήσεων» τους, πράγμα το οποίο υπονομεύει την εγχώρια παραγωγή.
- Ενίσχυση των εξαγωγών
Οι εξαγωγές αποτελούν βασική παράμετρο όχι μόνο στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του αγροτικού τομέα, αλλά και στην αντιμετώπιση της ελληνικής οικονομικής κρίσης γενικότερα. Ωστόσο, ο τομέας των εξαγωγών αποτελεί μια από τις αδυναμίες του ελληνικού αγροτικού τομέα. Αυτή η αδυναμία συνίσταται στο γεγονός ότι η χώρα δεν μπορεί να προσφέρει προϊόντα, στους εγχώριους και στους ξένους καταναλωτές, τα οποία να ανταπεξέρχονται στις απαιτήσεις τους, τόσο από άποψη τιμών όσο και από άποψη ποσότητας και ποιότητας. Επιπρόσθετα, οι προσπάθειες που γίνονται στον χώρο των εξαγωγών, παραμένουν ακόμα σε ατομικό επίπεδο, εξαιτίας της έλλειψης οργανωμένης προώθησης και προβολής των ελληνικών αγροτικών προϊόντων στις αγορές του εξωτερικού.
Οι ελληνικές εξαγωγές των αγροτικών προϊόντων, μπορούν να ενισχυθούν λαμβάνοντας υπόψη τα παρακάτω:
- Προώθηση και ενίσχυση μιας παραγωγικής νοοτροπίας «Παράγω και Εξάγω».
- Να δοθεί έμφαση στα σημαντικά αγροτικά προϊόντα (ελαιόλαδο, ελιές, φέτα, μέλι, κρασί, οπωροκηπευτικά, ιχθυοκαλλιέργειες κ.α.). Προτεραιότητα να έχουν τα προϊόντα με γεωγραφική ένδειξη (π.χ. ΠΟΠ, ΠΓΕ, Ειδικά Παραδοσιακά-ΕΠΠΕ) αλλά και προϊόντα διατροφικού χαρακτήρα τα οποία διαθέτουν συγκριτικό πλεονέκτημα ως προς τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά και ως προς τον εξαγωγικό τους προσανατολισμό, καθώς προέρχονται από συστήματα παραγωγής φιλικά προς το περιβάλλον.
- Υλοποίηση μιας καμπάνιας επανατοποθέτησης του εθνικού λογότυπου («Made in Greece») στη διεθνή αγορά, προκειμένου να αντιμετωπιστεί όποια δυσπιστία επικρατεί στις διεθνείς αγορές.
- Μείωση της γραφειοκρατίας και απλούστευση των διαδικασιών, έτσι ώστε αυτές να διεκπεραιώνονται σε ελάχιστο χρόνο και με το μικρότερο δυνατό κόστος.
- Παραγωγή πιστοποιημένων προϊόντων ποιότητας, με αυστηρές προδιαγραφές, ενιαία πρότυπα και σήματα ποιότητας, αξιόπιστο σύστημα ελέγχων, υψηλή ποιότητα και με τρόπο φιλικό προς το περιβάλλον.
- Δημιουργία και ενίσχυση δικτύων προώθησης ελληνικών προϊόντων.
Συμπέρασμα
Ο αγροτικός τομέας της Ελλάδας, όπως και όλων των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) εντάσσεται στα πλαίσια της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ). Αναφορικά με τις επιπτώσεις της ΚΑΠ στα κράτη-μέλη, και ιδιαίτερα στην Ελλάδα, πρέπει να τονιστεί ότι σε όποιο κράτος-μέλος αυτή εφαρμόστηκε ως μονοσήμαντη πολιτική οικονομικής στήριξης του γεωργικού τομέα, δεν μπόρεσε να μειώσει τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, ούτε να συμβάλει στην περιφερειακή σύγκλιση και συνοχή, αλλά και ούτε να στηρίξει την ανάδειξη ενός ανταγωνιστικού και βιώσιμου αγροτικού τομέα.
Η πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσει η ελληνική πολιτεία είναι, αφού πάρει όλα τα απαιτούμενα μέτρα για την αντιμετώπιση των χρόνιων προβλημάτων που μαστίζουν τον αγροτικό κλάδο (αναποτελεσματικότητα εκμεταλλεύσεων, μη αξιοποίηση του συγκριτικού πλεονεκτήματος των εδαφοκλιματικών συνθηκών, έλλειψη διάχυσης επιστημονικής γνώσης και εμπειρίας κ.α.), να συμβάλλει αποφασιστικά στην ανάπτυξη ενός νέου παραγωγικού υποδείγματος μέσω του οποίου η ελληνική γεωργία θα αποτελέσει ξανά τον βασικό συντελεστή της παραγωγικής αναδιάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας.
Στην προσπάθεια αυτή, να καταστεί η ελληνική γεωργία και κτηνοτροφία κινητήριος μοχλός στην αντιμετώπιση της κρίσης, η ελληνική πολιτεία και οι ΟΤΑ Α’ και Β’ βαθμού οφείλουν να αξιοποιήσουν με τον πλέον εποικοδομητικό τρόπο τις δυνατότητες που τους παρέχονται από την ΚΑΠ, και πιο συγκεκριμένα από το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020 (Πυλώνας ΙΙ), προκειμένου να θέσουν σε εφαρμογή τους μηχανισμούς εκείνους που θα στηρίξουν, από τη μια την πρόσβαση των γεωργών σε χρηματοδότηση, και από την άλλη την ανάπτυξη βιώσιμων, ανταγωνιστικών αγροτικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2012). Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, την Επιτροπή των Περιφερειών και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, «Ανάπτυξη για την Ελλάδα». Βρυξέλλες.
Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2011). Έγγραφο Εργασίας των Υπηρεσιών της Επιτροπής, Περίληψη της εκτίμησης επιπτώσεων, «Κοινή Γεωργική Πολιτική με ορίζοντα το 2020». Βρυξέλλες.
Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (2012). Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης της Ελλάδας. Ειδική Γραμματεία Κοινοτικών Πόρων και Υποδομών, Ενδέκατη Έκδοση, Μάρτιος 2012.