Δρ. Κων/νος Ν. Μπαγινέτας (Γεωπόνος – Αγροτικός Γεωγράφος)
Μαρία Εμμανουηλίδου (Γεωπόνος, M.Sc. Γεωργικής Οικονομίας)
Εισαγωγή στην Έννοια
Ο αγροτικός τουρισμός αποτελεί μια πολυσυζητημένη και πολυδιάστατη έννοια για την οποία δεν υπάρχει ένας γενικά αποδεκτός ορισμός με χαρακτηριστικά και δραστηριότητες ευδιάκριτα και ενιαία σε κάθε χώρα. Και ενώ το φαινόμενο αναπτύσσεται με σημαντικούς ρυθμούς, ελάχιστες περιπτώσεις χωρών υπάρχουν στις οποίες ο αγροτικός τουρισμός έχει οριοθετηθεί με ακρίβεια ώστε να τηρούνται ξεχωριστά στατιστικά δεδομένα και να είναι δυνατή η πλήρης περιγραφή του.
Κατά καιρούς έχουν χρησιμοποιηθεί διάφοροι ορισμοί, οι οποίοι ενώ είναι κοινοί και διαδεδομένοι στις περισσότερες χώρες του κόσμου, στην πραγματικότητα αντιστοιχούν σε διαφορετικές και σύνθετες συνθήκες. Από τις διαφορετικές προσεγγίσεις και όρους που χρησιμοποιήθηκαν για να περιγράψουν αυτή τη μορφή τουρισμού στην ύπαιθρο ορισμένοι είναι οι εξής: Αγροτικός Τουρισμός (Rural Tourism), Αγρο-το-τουρισμός (Agrotourism), Αγροτουρισμός (Agritourism), Τουρισμός στο Αγρόκτημα (Farm Tourism), Πράσινος Τουρισμός (Green Tourism) και Οικοτουρισμός (Ecotourism).
Η αδυναμία καθιέρωσης μιας κοινά αποδεκτής ορολογίας οφείλεται, εν μέρει, στο γεγονός ότι από χώρα σε χώρα διαφέρουν οι δομές των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, ο ορισμός του αγροτικού χώρου καθώς επίσης και ο βαθμός ταύτισης των διαφόρων στρωμάτων του πληθυσμού με το αγροτικό παρελθόν τους. Πράγματι, οι έννοιες του αγροτικού χώρου και του αγροτικού κόσμου συμπεριλαμβάνουν κάτι περισσότερο από μια γεωγραφική οριοθέτηση. Αναφέρονται σε έναν πολύπλοκο οικονομικό και κοινωνικό ιστό συμπεριλαμβάνοντας ένα σύνολο ποικίλων δραστηριοτήτων και ως εκ τούτου δυσκολεύουν τις όποιες εννοιολογικές προσεγγίσεις εμπεριέχουν την έννοια «αγροτικός».
Βασικές δυσκολίες στην οριοθέτηση προέκυψαν και από το γεγονός ότι από την εμφάνιση του αγροτικού τουρισμού έως σήμερα, υπήρξε μεγάλη διαφοροποίηση ως προς το μέγεθος και τον τύπο των υποδομών φιλοξενίας που δημιουργήθηκαν από χώρα σε χώρα, μέσα ή έξω από τις γεωργικές εκμεταλλεύσεις. Για παράδειγμα, υπάρχουν μεγάλες αγροτικές εκμεταλλεύσεις που παρέχουν διαμονή μέσα στο σπίτι του γεωργού, μονάδες που παρέχουν διαμονή και σίτιση σε ξεχωριστά οικήματα στον αγροτικό οικισμό, σε κατασκηνώσεις στην αγροτική εκμετάλλευση, σε καταλύματα συνεταιριστικής μορφής, σε προστατευόμενους φυσικούς χώρους, σε παραδοσιακά χωριά, σε αυτόνομες κατοικίες κ.ά. Το παραπάνω γεγονός δυσκόλεψε τους συγγραφείς να καθορίσουν κάθε φορά τη μορφή του τουρισμού που αναπτύχθηκε.
Ο αγροτουρισμός, λοιπόν, υφίσταται πάντα στο πλαίσιο μιας γεωργικής επιχείρησης μεμονωμένης ή συνδεδεμένης με άλλες και η διαχείριση του γίνεται από τους υπεύθυνους οι οποίοι είναι επιχειρηματίες γεωργοί, άμεσοι καλλιεργητές, με ή χωρίς μισθωτούς και μέλη αγροτικών συνεταιρισμών. Με αυτή την προσέγγιση, ως αγροτουρισμός νοείται οποιαδήποτε μορφή φιλοξενίας προσφέρεται στο πλαίσιο γεωργικών δραστηριοτήτων και μπορεί να είναι προσφορά καταλύματος, διατροφής, άμεση πώληση γεωργικών προϊόντων που έχουν παραχθεί από την ίδια την μονάδα και ενδεχομένως πολιτιστικές δραστηριότητες και δραστηριότητες αναψυχής. Ο αγροτουρισμός τέλος, δεν μπορεί να κυριαρχήσει έναντι των κλασικών γεωργικών δραστηριοτήτων οι οποίες θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να παραμένουν σε πρωτεύουσα θέση.
Μια άλλη τοποθέτηση υποστηρίζει ότι αγροτουριστική δραστηριότητα ασκείται σωστά όταν το φυσικό περιβάλλον και η γεωργία με τους φυτικούς της κύκλους και την παραγωγική της δομή αποτελούν ένα στοιχείο προσέλκυσης και τουριστικού-πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η αγροτουριστική δραστηριότητα στοχεύει στην αξιοποίηση των γεωργικών προϊόντων και στη διάχυση της γνώσης του αγροτικού πολιτισμού με τη βοήθεια τουριστικών μέσων. Η λέξη κλειδί σε κάθε περίπτωση για αυτόν τον ορισμό του αγροτουρισμού είναι η «παροχή» και με βάση αυτή διατυπώνεται η θέση ότι οι αγροτουριστικές παροχές συμπεριλαμβάνουν τις δραστηριότητες τουρισμού και αναψυχής που αναλαμβάνονται από αγρότες(τισσες) σε συνάρτηση με την γεωργική εκμετάλλευση.
Υπάρχουν όμως και ορισμοί που αποσυνδέουν τον αγροτουρισμό από τη γεωργική εκμετάλλευση. Για παράδειγμα, ένας πιο ευρύς ορισμός περιλαμβάνει τις δραστηριότητες υποδοχής, διαμονής, εστίασης και αναψυχής που έχουν ως πλαίσιο το ευρύτερο αγροτικό περιβάλλον. Επιπλέον ο αγροτουρισμός περιλαμβάνει τις δραστηριότητες υπαίθριας αναψυχής και τουρισμού οι οποίες αναπτύσσονται στον αγροτικό χώρο και εντάσσονται στα πλαίσια του ευρύτερου αγροτικού περιβάλλοντος και της αγροτικής ζωής. Από αυτή την άποψη η χρησιμοποίηση της έννοιας πλησιάζει περισσότερο στην γενικότερη έννοια του «αγροτικού τουρισμού» με την οποία νοείται οποιαδήποτε μορφή φιλοξενίας και πολιτιστικών δραστηριοτήτων ή δραστηριοτήτων αναψυχής στο αγροτικό περιβάλλον που αναλαμβάνουν επιχειρηματίες οι οποίοι δεν είναι απαραίτητα γεωργοί και με αυτόν τον όρο πρέπει να αποδίδεται.
Στον αγροτικό τουρισμό το κυρίαρχο στοιχείο που συνθέτει το προσφερόμενο προϊόν είναι ο αγροτικός πολιτισμός, τα ήθη και έθιμα, οι δραστηριότητες ενός τόπου καθώς και το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον. Τον ίδιο διαχωρισμό συναντάμε και σε άλλες αναφορές στις οποίες ο όρος «αγροτικός τουρισμός» ορίζει τον τουρισμό των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων της υπαίθρου ο οποίος έχει ως κεντρικό και ουσιώδες στοιχείο τον άνθρωπο. Επίσης επισημαίνεται ότι ο αγροτικός τουρισμός αναφέρεται στις μορφές τουρισμού που εξελίσσονται στον αγροτικό χώρο είτε πρόκειται για τον «αγρο-το-τουρισμό» ή τον «αγροτουρισμό ή τουρισμό στο αγρόκτημα».
Επιπλέον αναφέρεται ότι ο αγροτικός τουρισμός αναπτύσσεται στην αγροτική ύπαιθρο και επηρεάζεται από τα χαρακτηριστικά της αγροτικής ζωής, έχει παραδοσιακό χαρακτήρα, μικρό μέγεθος και περιλαμβάνει δραστηριότητες όπως πεζοπορία, αναρρίχηση, κανό, ράφτινγκ, ποδηλασία, ιππασία, τοπικά φεστιβάλ κ.ά. Με βάση αυτό ένας πιο άρτιος ορισμός του αγροτικού τουρισμού, αναφερόμενος στο γενικότερο πλαίσιο της τουριστικής οικονομίας μπορεί να ορισθεί ως ο τουρισμός που προσδίδει αξία σε αγροτικές περιοχές, φυσικούς πόρους, πολιτιστική κληρονομιά, τοπική παράδοση και τοπικά προϊόντα μέσα από την ανάδειξη των τοπικών ιδιαιτεροτήτων, την ικανοποίηση των αναγκών των καταναλωτών με όρους φιλοξενίας, δραστηριοτήτων, εστίασης και αναψυχής με σκοπό την αειφορική ανάπτυξη και παράλληλα λειτουργεί ως απάντηση στις σύγχρονες απαιτήσεις για αναψυχή διαμορφώνοντας μια νέα κοινωνική σχέση μεταξύ υπαίθρου και πόλης.
Παρόλ’ αυτά, κάθε τουριστική δραστηριότητα που αναπτύσσεται στον αγροτικό χώρο (ο αγροτικός χώρος ή αλλιώς ύπαιθρος είναι ο χώρος όπου συνδυάζεται η γεωργική παραγωγή με τη χωρική κατανάλωση και όπου η μία δραστηριότητα δεν διατηρεί την πρωτοκαθεδρία σε σχέση με τις υπόλοιπες) δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί εκ των προτέρων αγροτικός τουρισμός. Έτσι, τουριστικές δραστηριότητες που συνδέονται με τα οικιστικά σύνολα, τα μεγάλα ξενοδοχεία, τα γήπεδα γκολφ και τις πίστες χιονοδρομιών, δεν εντάσσονται στην έννοια του αγροτικού τουρισμού, παρά το γεγονός ότι σε πολλές περιπτώσεις πραγματοποιούνται στον αγροτικό χώρο.
Πιο πρόσφατες εννοιολογικές τοποθετήσεις θεωρώντας ότι ο αγροτικός τουρισμός έρχεται εξ’ ορισμού σε αντίθεση με τον μαζικό τουρισμό, υποστηρίζουν ότι δεν είναι απλά μια μορφή τουρισμού η οποία τυχαίνει να πραγματοποιείται σε αγροτικό χώρο, αλλά μια μορφή τουρισμού η οποία εμπεριέχει στοιχεία αισθητικής και μικρών μεγεθών. Σημειώνουν επίσης ότι ο αγροτικός τουρισμός αποτελεί τον τουρισμό που βασίζεται στους φυσικούς πόρους και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της υπαίθρου, στη φύση, στα τοπία, στον πολιτισμό και σε μικρού μεγέθους επιχειρήσεις.
Μια αξιοσημείωτη διάσταση στην εννοιολογική προσέγγιση του όρου υπογραμμίζει ότι το συγκριτικό πλεονέκτημα αυτής της μορφής τουρισμού είναι η ενεργή συμμετοχή των επισκεπτών, με όλη την κοινωνική εξάρτηση και σε συνδυασμό με την αυθεντικότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Επισημαίνεται ιδιαιτέρως η σημασία της ενεργής συμμετοχής υποστηρίζοντας ότι αυτό που πρέπει να χαρακτηρίζει τον αγροτικό τουρισμό είναι η φροντίδα να δοθεί στον επισκέπτη η ευκαιρία για μια προσωποποιημένη επαφή, για την ένταξη στο φυσικό και ανθρώπινο περιβάλλον της κοινωνίας υποδοχής, καθώς και για τη συμμετοχή στις δραστηριότητες, τον τρόπο ζωής και τα έθιμα των κατοίκων της περιοχής. Προσδίδει, με άλλα λόγια, διαστάσεις συμμετοχικού και βιωματικού τουρισμού στον αγροτικό τουρισμό.
Ο ορισμός που δίνει ο Ελληνικός Οργανισμός Τυποποίησης (ΕΛ.Ο.Τ.) για την περίπτωση της Ελλάδας αναφέρεται στον όρο «Αγροτουρισμό» (αποδίδοντας στα ελληνικά τον όρο Rural Tourism) για να περιγράψει την ήπια μορφή τουριστικής ανάπτυξης και πολυδραστηριότητας στον αγροτικό χώρο που έχει ως στόχο να συμβάλλει ώστε ο επισκέπτης να γνωρίσει τις αγροτικές περιοχές, τις αγροτικές ασχολίες, τα τοπικά προϊόντα, την παραδοσιακή κουζίνα και την καθημερινή ζωή των κατοίκων, τα πολιτισμικά στοιχεία και τα αυθεντικά χαρακτηριστικά του χώρου αυτού. Επίσης, έχει ως στόχο να φέρει τον επισκέπτη σε επαφή με τη φύση και με τις δραστηριότητες στην ύπαιθρο, στις οποίες μπορεί να συμμετέχει, να ψυχαγωγηθεί και να νιώσει τη χαρά της περιήγησης, της γνώσης και της ανακάλυψης. Τέλος, υποστηρίζεται ότι μέσα από αυτή τη μορφή τουρισμού ικανοποιούνται οι παραγωγικές, πολιτισμικές και αναπτυξιακές δυνάμεις του τόπου συμβάλλοντας έτσι στην αειφορική περιβαλλοντική, οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη του αγροτικού χώρου.
Επιπλέον, η απάντηση στο ερώτημα τι είναι ο αγροτικός τουρισμός δεν μπορεί να είναι απλή. Τα βασικά σημεία για τον προσδιορισμό της έννοιας αφορούν: την χωροθέτηση των δραστηριοτήτων, η οποία πρέπει να γίνεται σε αγροτικές περιοχές και όχι σε αστικές, τη λειτουργία των επιχειρήσεων, η οποία πρέπει να στηρίζεται στην αγροτική πραγματικότητα και οικονομία, το μέγεθος, το οποίο πρέπει να εναρμονίζεται με το αγροτικό περιβάλλον, την αυθεντικότητα της εμπειρίας για τους επισκέπτες και τα οφέλη για την τοπική κοινωνία, την αειφορική ανάπτυξη με την έννοια ότι διατηρούνται τα χαρακτηριστικά μιας περιοχής και δεν μετατρέπεται αυτή, μέσω του τουρισμού, σε βιομηχανοποιημένη περιοχή.
Από τα προηγούμενα, γίνεται φανερό, ότι δεν υπάρχει ένας γενικά αποδεκτός ορισμός. Εξάλλου, όπως υποστηρίζεται, για σύνθετες έννοιες θα πρέπει κανείς να επιχειρήσει να προσδιορίσει τις βασικές συνιστώσες, παρά να προσπαθεί να τις ορίσει αυστηρά με τη λογική του μαθηματικού ορισμού που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση.
Βιβλιογραφία
Ανθοπούλου Θ., Ιακωβίδου Ο., Κουτσούρης Α., Σπιλάνης Ι. (2000). Χωρικές και αναπτυξιακές διαστάσεις του αγροτουρισμού στην Ελλάδα. Στο Αποστολόπουλος Κ. (Επιμ.): Ανασυγκρότηση του αγροτικού χώρου. Εκδόσεις Σταμούλη.
Εμμανουηλίδου Μ. (2005). Μεσογειακός τουρισμός πέρα από τις ακτές: Νέες τάσεις στον τουρισμό και κοινωνική οργάνωση του χώρου. Εκδόσεις Ζήτη. Θεσσαλονίκη.
Ιακωβίδου Ο. (2006). Εμπειρίες από την ανάπτυξη του αγροτικού τουρισμού στην Ελλάδα. Εισήγηση στο 1ο Συνέδριο Τουριστικής Ανάπτυξης. Αθήνα 23-24/3.
Κούτλου Μ. (2010). Ο αγροτικός τουρισμός στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Γεωργία-Κτηνοτροφία, Τεύχος 5/2010. Εκδόσεις Αγρότυπος. Αθήνα.
Λογοθετίδης Μ. (1988). Αγροτικός τουρισμός: Μια εναλλακτική λύση. Εκδόσεις Αγροτική Τράπεζα Ελλάδας. Αθήνα.
Σφακιανάκης Μ. (2000). Εναλλακτικές μορφές τουρισμού. Εκδόσεις Όμιλος Ίων – Εκδόσεις Έλλην. Αθήνα.
Ιστοσελίδα
www.elot.gr