Στο πλαίσιο του εορτασμού της φετινής Παγκόσμιας Ημέρας Περιβάλλοντος και εστιάζοντας στο γεγονός ότι η προστασία, η διαφύλαξη και η βελτίωση του περιβάλλοντος θα πρέπει να αποτελεί μία από τις βασικές προτεραιότητές για τις σημερινές αλλά και τις μελλοντικές γενιές, ας δούμε κάποια σημεία ιδιαίτερου ενδιαφέροντος που αφορούν στο Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Δράσης για το Περιβάλλον και τα οποία μας αφορούν άμεσα σαν πολίτες.

Από τα μέσα της δεκαετίας του ‘70, η περιβαλλοντική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) βασίζεται σε προγράμματα δράσης τα οποία ορίζουν στόχους προτεραιότητας προς επίτευξη σε διάστημα κάποιων ετών. Το τρέχον πρόγραμμα, το έβδομο του είδους του, υιοθετήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον Νοέμβριο του 2013 και καλύπτει το διάστημα έως και το 2020. Μέσω αυτού του Προγράμματος Δράσης για το Περιβάλλον (ΠΔΠ), η ΕΕ έχει συμφωνήσει να εντατικοποιήσει τις προσπάθειές της για την προστασία του φυσικού μας κεφαλαίου, την ενίσχυση της ανάπτυξης και καινοτομίας χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών και αποδοτικής χρήσης των πόρων, και την προστασία της υγείας και ευημερίας των πολιτών – σεβόμενη παράλληλα τους φυσικούς περιορισμούς του πλανήτη Γη. Πρόκειται για μία κοινή στρατηγική η οποία θα πρέπει να καθοδηγήσει τις μελλοντικές ενέργειες των θεσμών της ΕΕ και των κρατών μελών, που ευθύνονται από κοινού για την υλοποίησή της και την επίτευξη των στόχων προτεραιότητας.

Το τρέχων πρόγραμμα βασίζεται σε ένα μακροπρόθεσμο όραμα σύμφωνα με το οποίο «το 2050, θα ζούμε καλά, εντός των οικολογικών ορίων του πλανήτη μας. Η ευμάρεια που θα απολαμβάνουμε και το υγιεινό περιβάλλον στο οποίο θα ζούμε θα οφείλονται σε μια καινοτόμο και κυκλική οικονομία, όπου δεν θα γίνονται σπατάλες και όπου θα διασφαλίζεται η αειφόρος διαχείριση των φυσικών πόρων, και η βιοποικιλότητα θα προστατεύεται, θα αποτιμάται και θα αποκαθίσταται με τρόπους που ενισχύουν την ανθεκτικότητα της κοινωνίας μας. Η οικονομική μας μεγέθυνση με χαμηλά επίπεδα ανθρακούχων εκπομπών θα έχει προ πολλού αποσυνδεθεί από τη χρήση των πόρων και θα έχει γίνει η κινητήρια δύναμη στην πορεία προς μια ασφαλή και αειφόρο παγκόσμια κοινωνία».

Συγκεκριμένα, το πρόγραμμα ορίζει εννέα στόχους προτεραιότητας και αναφέρει τι πρέπει να κάνει η ΕΕ για να τους επιτύχει έως το 2020. Αυτοί είναι οι εξής:

  1. Προστασία, διατήρηση και ενίσχυση του φυσικού κεφαλαίου της ΕΕ.
  2. Μετατροπή της ΕΕ σε μια πράσινη και ανταγωνιστική οικονομία χαμηλών επιπέδων ανθρακούχων εκπομπών και αποδοτικής χρήσης των πόρων.
  3. Προστασία των πολιτών της ΕΕ από περιβαλλοντικές πιέσεις και κινδύνους για την υγεία και την ευημερία.
  4. Μεγιστοποίηση των οφελών της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της ΕΕ μέσω βελτίωσης της εφαρμογής.
  5. Βελτίωση της βάσης γνώσεων και αποδεικτικών στοιχείων για την περιβαλλοντική πολιτική της ΕΕ.
  6. Διασφάλιση των επενδύσεων στην περιβαλλοντική και την κλιματική πολιτική και αντιμετώπιση του περιβαλλοντικού εξωτερικού κόστους.
  7. Βελτίωση της ενσωμάτωσης της περιβαλλοντικής διάστασης και της συνοχής των πολιτικών.
  8. Ενίσχυση της αειφορίας των πόλεων της ΕΕ.
  9. Αύξηση της αποτελεσματικότητας της ΕΕ όσον αφορά Στην αντιμετώπιση διεθνών περιβαλλοντικών και κλιματικών προκλήσεων.

Πιο αναλυτικά, ο πρώτος τομέας δράσης συνδέεται με το «φυσικό κεφάλαιο» – από τα γόνιμα εδάφη και τις παραγωγικές χερσαίες και θαλάσσιες εκτάσεις, έως τα γλυκά ύδατα και τον καθαρό αέρα – καθώς και την βιοποικιλότητα που το στηρίζει. Στο φυσικό κεφάλαιο περιλαμβάνονται ζωτικές λειτουργίες όπως η επικονίαση, η προστασία από φυσικές καταστροφές και η ρύθμιση του κλίματός μας. Η ΕΕ έχει προβεί σε δεσμεύσεις για την αναστολή της απώλειας βιοποικιλότητας και την επίτευξη καλής κατάστασης για τα ύδατα και το θαλάσσιο περιβάλλον της Ευρώπης. Επιπλέον, έχει θεσπίσει τους τρόπους επίτευξης των δεσμεύσεων αυτών, με νομικές υποχρεώσεις όπως η οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα, καθώς και με χρηματοοικονομική και τεχνική υποστήριξη. Ωστόσο, το περιβάλλον μας υπόκειται σε σημαντικές πιέσεις. Υπάρχει ακόμη απώλεια βιοποικιλότητας στην ΕΕ, ενώ πολλά οικοσυστήματα έχουν υποβαθμιστεί σοβαρά, οπότε απαιτούνται μεγαλύτερες προσπάθειες. Σε αυτή την κατεύθυνση, το ΠΔΠ εκφράζει τη δέσμευση της ΕΕ, των εθνικών αρχών και των ενδιαφερομένων για την επιτάχυνση της επίτευξης των στόχων προτεραιότητας. Υπάρχουν επίσης θέματα που απαιτούν περισσότερη δράση σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, όπως η προστασία του εδάφους και η αειφόρος χρήση της γης, καθώς και των δασικών πόρων. Το πρόγραμμα προβάλλει, επίσης, την ανάγκη για πιο αποτελεσματική δράση για την προστασία των ωκεανών και των θαλασσών, την προστασία των ιχθυαποθεμάτων και τη μείωση των θαλάσσιων απορριμμάτων.

Ο δεύτερος τομέας δράσης αφορά τις συνθήκες που θα συμβάλλουν στη μεταμόρφωση της ΕΕ σε μια οικονομία χαμηλών επιπέδων ανθρακούχων εκπομπών και αποδοτικής χρήσης των πόρων. Αυτό απαιτεί την πλήρη απόδοση της δέσμης μέτρων για το κλίμα και την ενέργεια, και συμφωνία ως προς τα επόμενα βήματα για την κλιματική πολιτική μετά το 2020. Επίσης, σημαντικές βελτιώσεις της περιβαλλοντικής απόδοσης των προϊόντων στη διάρκεια του κύκλου ζωής τους,·και μειώσεις του περιβαλλοντικού αντίκτυπου της κατανάλωσης, συμπεριλαμβανομένων και θεμάτων όπως η μείωση των αποβλήτων τροφίμων και η αειφόρος χρήση της βιομάζας. Υπάρχει ιδιαίτερη εστίαση στη μετατροπή των αποβλήτων σε πόρους, με περισσότερη πρόληψη, επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση, και σταδιακή κατάργηση σπάταλων και επιβλαβών πρακτικών όπως η υγειονομική ταφή. Η καταπόνηση των υδάτων έχει όλο και μεγαλύτερο αντίκτυπο σε περισσότερα μέρη της Ευρώπης – και λόγω της κλιματικής αλλαγής – και υπογραμμίζεται η ανάγκη για περαιτέρω ενέργειες στην κατεύθυνση της πιο αποδοτικής χρήση των υδάτων. Έτσι, στα πλαίσια των αυξανόμενων τιμών των φυσικών πόρων, της λειψυδρίας και της εξάρτησης από τις εισαγωγές, η ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης και η ικανότητά της για αειφόρο ανάπτυξη θα εξαρτηθεί από τη βελτίωση της αποδοτικότητας των πόρων σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Τα οφέλη σε μια οικονομία από την αποδοτική χρήση των πόρων γίνονται αισθητά σε πολλούς τομείς. Οι περιβαλλοντικές τεχνολογίες και υπηρεσίες αποτελούν μεγάλη επιτυχία, με την απασχόληση στον τομέα αυτόν να αυξάνεται κατά 3% κατ’ έτος. Η παγκόσμια αγορά οικολογικών βιομηχανιών, που σήμερα αποτιμάται σε ένα τρισεκατομμύριο ευρώ, προβλέπεται να διπλασιαστεί κατά την επόμενη δεκαετία. Αυτό είναι μια καλή είδηση για τις ευρωπαϊκές εταιρίες, οι οποίες ήδη έχουν το παγκόσμιο προβάδισμα στην ανακύκλωση και την ενεργειακή αποδοτικότητα.

Η τρίτη θεματική ενότητα δράσης καλύπτει τις προκλήσεις προς την ανθρώπινη υγεία και ευημερία, όπως η ρύπανση της ατμόσφαιρας και των υδάτων, η ηχορύπανση και οι τοξικές χημικές ουσίες. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, έως και το 20% όλων των θανάτων στην Ευρώπη ενδέχεται να οφείλεται σε περιβαλλοντικούς παράγοντες. Η Ευρώπη ήδη έχει θέσει υψηλά πρότυπα για την ποιότητα του αέρα, αλλά σε πολλές πόλεις η ρύπανση παραμένει πάνω από τα αποδεκτά επίπεδα. Το ΠΔΠ καθορίζει δεσμεύσεις για τη βελτίωση της υλοποίησης της υφιστάμενης νομοθεσίας, και για την εξασφάλιση περαιτέρω μειώσεων της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και της ηχορύπανσης. Παράλληλα, ένα πιο προβλέψιμο πλαίσιο που θα συνδυάζεται με μεγαλύτερες επενδύσεις στη γνώση, προτίθεται να ενθαρρύνει την καινοτομία και την ανάπτυξη πιο αειφόρων λύσεων.

Ο τέταρτος τομέας δράσης αφορά στη βελτίωση του τρόπου εφαρμογής της υφιστάμενης νομοθεσίας. Μια μελέτη που καταρτίστηκε για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2012 υπολόγισε ότι η πλήρης εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ για τα απόβλητα θα εξοικονομούσε 72 δις €, θα αύξανε τον ετήσιο κύκλο εργασιών του κλάδου διαχείρισης αποβλήτων και ανακύκλωσης της ΕΕ κατά 42 δις € και θα δημιουργούσε πάνω από 400.000 νέες θέσεις εργασίας έως το 2020. Εάν εφαρμοστεί σωστά, η περιβαλλοντική νομοθεσία της ΕΕ εξασφαλίζει ισοτιμία και ευκαιρίες στην ενιαία αγορά για αειφόρες επενδύσεις, επιπρόσθετα προς τα περιβαλλοντικά οφέλη.

Η πέμπτη θεματική ενότητα αναφέρεται στην επιστημονική έρευνα, στην παρακολούθηση και στην αναφορά των περιβαλλοντικών εξελίξεων. Αυτή η βάση γνώσεων θα πρέπει να γίνει πιο προσβάσιμη στους πολίτες και στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, ώστε να διασφαλιστεί ότι η πολιτική συνεχίζει να βασίζεται σε μια καλή κατανόηση της κατάστασης του περιβάλλοντος. Η υφιστάμενη γνώση μάς λέει ότι απαιτούνται άμεσες ενέργειες σε τομείς όπως η κλιματική αλλαγή, η απώλεια ειδών, οι περιβαλλοντικές τιμές κατωφλίου και τα σημεία ανατροπής της οικολογικής ισορροπίας. Ωστόσο, τα θέματα είναι περίπλοκα και πρέπει να βελτιώσουμε την κατανόησή μας, εάν πρόκειται να αναπτύξουμε τις πιο αποτελεσματικές προσεγγίσεις. Το ΠΔΠ προτίθεται να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις αυτές βελτιώνοντας τον τρόπο συλλογής, διαχείρισης και χρήσης δεδομένων και άλλων στοιχείων σε όλη την ΕΕ, επενδύοντας στην έρευνα για την κάλυψη των γνωσιακών κενών, και αναπτύσσοντας μια πιο συστηματική προσέγγιση στους νέους και αναδυόμενους κινδύνους.

Σύμφωνα με τον έκτο στόχο δράσης θα απαιτηθούν επαρκείς επενδύσεις και καινοτομία σε προϊόντα, υπηρεσίες και δημόσιες πολιτικές, από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι του προγράμματος. Αυτό θα συμβεί μόνο εάν υπολογιστούν σωστά οι επιπτώσεις στο περιβάλλον, και εάν η αγορά αντανακλά το πραγματικό κόστος για το περιβάλλον. Αυτό περιλαμβάνει την πιο συστηματική εφαρμογή της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει», τη σταδιακή κατάργηση των περιβαλλοντικά επιβλαβών επιχορηγήσεων, τη μετατόπιση της φορολογίας από την εργασία προς τη ρύπανση, και τη διεύρυνση των αγορών περιβαλλοντικών αγαθών και υπηρεσιών. Οι εταιρίες όλο και περισσότερο κατανοούν τα οφέλη της διεύρυνσης της οικολογικής καινοτομίας και της ανάληψης νέων τεχνολογιών, της μέτρησης του περιβαλλοντικού αντίκτυπου των δραστηριοτήτων τους και της κοινοποίησης περιβαλλοντικών πληροφοριών στους επενδυτές και πελάτες τους μέσα από τις ετήσιες εκθέσεις. Το ΠΔΠ αναφέρει τρόπους περαιτέρω ανάπτυξης αυτών των ενεργειών.

Η έβδομη κατάλληλη ευνοϊκή συνθήκη στο πρόγραμμα είναι η καλύτερη ενσωμάτωση περιβαλλοντικών προβληματισμών σε άλλους τομείς πολιτικής, όπως η περιφερειακή πολιτική, η γεωργία, η αλιεία, η ενέργεια και οι μεταφορές. Η συστηματική αξιολόγηση των περιβαλλοντικών, κοινωνικών και οικονομικών επιπτώσεων των πρωτοβουλιών πολιτικής και η πλήρης εφαρμογή της νομοθεσίας περί εκτίμησης των επιπτώσεων για το περιβάλλον θα διασφαλίσουν καλύτερη λήψη αποφάσεων και συνεκτικές προσεγγίσεις πολιτικής που θα αποδώσουν πολλαπλά οφέλη.

Το πρόγραμμα ολοκληρώνεται με δύο ακόμη στόχους προτεραιότητας. Ο πρώτος είναι η ενίσχυση της αειφορίας των πόλεων. Η Ευρώπη είναι πυκνοκατοικημένη και το 80% των πολιτών της είναι πιθανό να ζει μέσα ή κοντά σε πόλεις έως το 2020. Οι πόλεις συχνά αντιμετωπίζουν κοινά προβλήματα, όπως η κακή ποιότητα της ατμόσφαιρας, τα υψηλά επίπεδα θορύβου, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, η λειψυδρία και τα απόβλητα. Τα προβλήματα αυτά αντιμετωπίζονται με συνεργασία. Για αυτό τον λόγο, το ΠΔΠ έχει ως στόχο να προάγει και να επεκτείνει τις πρωτοβουλίες που υποστηρίζουν την ανταλλαγή καινοτομίας και βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των πόλεων. Στόχος είναι να διασφαλιστεί ότι, έως το 2020, οι περισσότερες πόλεις στην ΕΕ θα εφαρμόζουν πολιτικές πολεοδομικού προγραμματισμού και σχεδιασμού, και θα χρησιμοποιούν την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση που διατίθεται για αυτό τον σκοπό.

Η τελευταία προτεραιότητα αφορά τις ευρύτερες παγκόσμιες προκλήσεις. Πολλοί από τους στόχους προτεραιότητας του ΠΔΠ μπορούν να επιτευχθούν μόνο σε συνεργασία με χώρες-εταίρους, ή στα πλαίσια μιας παγκόσμια προσέγγισης. Η ΕΕ και τα κράτη μέλη της έχουν δεσμευτεί να ασχοληθούν πιο ενεργά με τη συνεργασία με διεθνείς εταίρους, προς την κατεύθυνση της υιοθέτησης κοινών στόχων αειφόρου ανάπτυξης. Το ΠΔΠ επίσης προτίθεται να διερευνήσει περαιτέρω ενέργειες που θα μπορούσαν να μειώσουν τις επιπτώσεις για το περιβάλλον πέρα από τα σύνορα της ΕΕ. Η «Ευημερία εντός των ορίων του πλανήτη μας» είναι ένας παγκόσμιος στόχος.

Τέλος στο πλαίσιο του Προγράμματος Δράσης για το Περιβάλλον και των στόχων προτεραιότητας που αυτό θέτει, ας σκεφτούμε το μερίδιο ευθύνης που αναλογεί και στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης σχετικά με την υλοποίηση και την επίτευξη αυτών. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση, ως η πιο κοντινή στον πολίτη εξουσία, δεν μπορεί παρά να έχει καθοριστικό ρόλο στη βελτίωση και διαφύλαξη του τοπικού, αλλά και κατ’ επέκταση του ευρύτερου περιβάλλοντος. Γνωρίζοντας τις τοπικές ανάγκες και ιδιαιτερότητες, μπορεί να αναλάβει πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση μιας ολοκληρωμένης περιβαλλοντικής διαχείρισης σε τοπικό επίπεδο, πρωτοβουλίες που θα αποτελέσουν στη συνέχεια πρότυπες πρακτικές. Άλλωστε, η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι ο καλύτερος εκφραστής της κίνησης «Σκέψου Παγκόσμια. Δράσε Τοπικά», υποστηρίζοντας τοπικές δράσεις που μπορούν να έχουν περιβαλλοντικό όφελος το οποίο θα ξεπερνά τα στενά τοπικά όρια της κάθε πόλης ή περιοχής.