Εισαγωγή

Πρόσφατα δημοσιεύματα του ημερήσιου τύπου αναφερθήκαν στον διαγωνισμό για τον τίτλο της Πράσινης Πρωτεύουσας της Ευρώπης 2016, για το οποίο η προθεσμία υποβολής υποψηφιοτήτων έληξε στις 17 Οκτωβρίου 2013. Στην τελική λίστα αυτού του διαγωνισμού συμμετέχει και μια ελληνική πόλη, όπως φαίνεται παρακάτω:

  1. Ντάμπροβα Γκορνίτσα (Πολωνία)
  2. Έσσεν (Γερμανία)
  3. Λάρισα (Ελλάδα)
  4. Λιουμπλιάνα (Σλοβενία)
  5. Ναϊμέχεν (Κάτω Χώρες)
  6. Όσλο (Νορβηγία)
  7. Ρέτζιο Εμίλια (Ιταλία)
  8. Σανταντέρ (Ισπανία)
  9. Τουρ (Γαλλία)
  10. Ούμεο (Σουηδία)
  11. Σαραγόσα (Ισπανία)
  12. Πιτέστι (Ρουμανία)

Όμως αναφορικά με τη φύση και τα χαρακτηριστικά αυτού του διαγωνισμού ας δούμε μερικά ενδιαφέροντα στοιχεία.

Ιστορικό

Πάνω από τα δύο τρίτα των Ευρωπαίων ζουν σε πόλεις και κωμοπόλεις, γεγονός που έχει καταστήσει την Ευρώπη μια, πλέον, αστική κοινωνία. Πολλές από τις περιβαλλοντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η κοινωνία μας πηγάζουν από αστικές περιοχές, μέσα στις οποίες όμως μπορούν να βρεθούν και οι λύσεις.

Η ιδέα για την Πράσινη Πρωτεύουσα της Ευρώπης διαμορφώθηκε σε μια σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στο Ταλίν της Εσθονίας το Μάιο του 2006, μετά από πρωτοβουλία του Τζούρι Ράτας, πρώην δημάρχου της πόλης.

Η εναρκτήρια εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στις 22 Μαΐου 2008 – Παγκόσμια Ημέρα Βιοποικιλότητας – στα γραφεία της Επιτροπής των Περιφερειών στις Βρυξέλλες, όπου ο Επίτροπος Σταύρος Δήμας και ο Paddy Bourke, Δήμαρχος του Δουβλίνου και Πρόεδρος της Ένωσης Πρωτευουσών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπόγραψαν διακήρυξη για τη θεσμοθέτηση του βραβείου. Ένα ετήσιο Βραβείο Πράσινης Πρωτεύουσας της Ευρώπης, το οποίο θα απονέμεται σε πόλη που πρωτοστατεί στη φιλοπεριβαλλοντική διαβίωση στα αστικά κέντρα.

Κάθε χρόνο, μια ευρωπαϊκή πόλη ανακηρύσσεται Πράσινη Πρωτεύουσα της Ευρώπης από μια ομάδα εμπειρογνωμόνων σε θέματα περιβάλλοντος και μια κριτική επιτροπή, την οποία αποτελούν εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Επιτροπής των Περιφερειών, του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος, του Διεθνούς Συμβουλίου για Τοπικές Περιβαλλοντικές Πρωτοβουλίες (ICLEI), του Γραφείου του Συμφώνου των Δημάρχων και του Ευρωπαϊκού Γραφείου Περιβάλλοντος. Το βραβείο απονέμεται σε μια ευρωπαϊκή πόλη που έχει επιδείξει εξαιρετική πορεία στην επίτευξη υψηλών περιβαλλοντικών προτύπων και έχει δεσμευτεί ως προς κάποιους διαρκείς και φιλόδοξους στόχους για μελλοντική περιβαλλοντική βελτίωση και βιώσιμη ανάπτυξη.

Από το 2010 που θεσπίστηκε το βραβείο, ο τίτλος της Πράσινης Πρωτεύουσας της Ευρώπης έχει απονεμηθεί σε έξι πόλεις, με τη Στοκχόλμη να είναι η πρώτη που κέρδισε τον τίτλο. Ακολούθησαν το Αμβούργο το 2011 και η Βικτώρια-Γκαστέις το 2012, ενώ το 2013 ο τίτλος απονεμήθηκε στη Νάντη, το 2014 στη Κοπεγχάγη και το 2015 στο Μπρίστολ.

Αγώνας για περιβαλλοντική επιβράβευση

Το Βραβείο για την Πράσινη Πρωτεύουσα της Ευρώπης, όπως προαναφέραμε, απονέμεται σε πόλεις που πρωτοπορούν όσον αφορά στη φιλοπεριβαλλοντική αστική διαχείριση, σε πόλεις που στοχεύουν σε υψηλότερα πρότυπα αειφόρου ανάπτυξης, σε πόλεις που αφουγκράζονται τις ανάγκες των κατοίκων τους και εφαρμόζουν καινοτόμες λύσεις για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προκλήσεων.

Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ότι αποτελεί όχι μόνο μια πλατφόρμα ανταλλαγής καλών πρακτικών, ιδεών και δραστηριοτήτων μεταξύ των πόλεων, αλλά ενθαρρύνει και τη βιώσιμη αστική ανάπτυξη ώστε να διασφαλιστεί ότι οι πολίτες του σήμερα, και του αύριο, θα μπορούν να απολαμβάνουν καλή ποιότητα ζωής και κατά συνέπεια ένα υγιές περιβάλλον. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς μπορούν οι πολίτες να συμμετέχουν στην υλοποίηση της περιβαλλοντικής αλλαγής προς το καλύτερο, αποτελεί κάθε μία από τις πόλεις που έχει κατακτήσει τον τίτλο έως σήμερα.

Οι πόλεις δεν χαρακτηρίζονται μόνο από τους δρόμους, τα πάρκα και τα κτίριά τους, αλλά και από τους ανθρώπους τους. Αναδεικνύονται σε ζωτικούς χώρους χάρη στις ενέργειες, τις προθέσεις και τη δημιουργικότητα των ανθρώπων που ζουν και εργάζονται σε αυτές ή τις επισκέπτονται. Οι πολίτες μπορούν να συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότητας του αέρα, να διατηρούν τους δρόμους και τα πάρκα καθαρά, να μειώνουν την ποσότητα απορριμμάτων και να προφυλάσσουν τους πολύτιμους υδάτινους και άλλους φυσικούς πόρους. Χωρίς την υποστήριξή τους, οι οικολογικές πρωτοβουλίες των πόλεων ούτε θα υλοποιούνται αποτελεσματικά ούτε θα σημειώνουν επιτυχία. Οι πολίτες είναι οι μόνοι υπεύθυνοι για την πραγματική αλλαγή. Ωστόσο, είναι αρμοδιότητα των τοπικών, εθνικών και Ευρωπαϊκών διοικήσεων να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο. Τελικά, ο ρόλος των πόλεων είναι να σχεδιάσουν μαζί με τους πολίτες ένα βιώσιμο μέλλον γι’ αυτούς. Κίνητρο για την ευαισθητοποίηση και κινητοποίηση των πολιτών, ώστε να παίξουν το ρόλο τους στην περιβαλλοντική αλλαγή, αποσκοπεί να αποτελέσει αυτό το Βραβείο Πράσινης Πρωτεύουσας της Ευρώπης. Επιπλέον, στόχος της πρωτοβουλίας είναι να αναγνωρίζει και να επιβραβεύει τις τοπικές προσπάθειες για τη βελτίωση του περιβάλλοντος, της οικονομίας και της ποιότητας ζωής στις πόλεις.

Ο καθαρός αέρας, η καλή διαχείριση αποβλήτων, τα υψηλά ποσοστά ανακύκλωσης, τα μέτρα εξοικονόμησης του νερού, τα πάρκα, το ελεύθερο από ρύπανση περιβάλλον, η υψηλής ποιότητας αστική ζωή και οι αειφόρες ιδέες συνθέτουν μια Πράσινη Πρωτεύουσα της Ευρώπης που χαρακτηρίζεται από Καλή ποιότητα ζωής, η οποία θα πρέπει επίσης να λειτουργεί ως πρότυπο, εμπνέοντας άλλες πόλεις και προωθώντας βέλτιστες πρακτικές σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις.

Υγιεινή αστική διαβίωση

Το Βραβείο «Πράσινη Πρωτεύουσα της Ευρώπης» απονέμεται στην πόλη που βελτιώνει το αστικό περιβάλλον διαβίωσης συνολικά μέσω συγκεκριμένων δραστηριοτήτων, όπως:

  • Συνεργασία αρχών, πολιτών, επιχειρηματιών και άλλων ενδιαφερόμενων φορέων με στόχο την ανάπτυξη και τη βελτίωση των συνθηκών αστικής διαβίωσης.
  • Εφαρμογή βιώσιμων λύσεων όσον αφορά στους βιώσιμους τρόπους μετακίνησης.
  • Δημιουργία και επέκταση των πάρκων και των χώρων αναψυχής.
  • Σύγχρονη προσέγγιση ως προς τη διαχείριση αποβλήτων.
  • Πρωτοποριακές λύσεις για την αντιμετώπιση της ηχορρύπανσης.
  • Ολοκληρωμένη προσέγγιση ως προς την αστική διαχείριση με παράλληλη διασφάλιση μακροπρόθεσμων αποτελεσμάτων.

Ο τίτλος της Πράσινης Πρωτεύουσας της Ευρώπης συνεχίζει να επιφέρει οφέλη πολύ μετά από το τέλος της χρονιάς βράβευσης, όπως μεταξύ άλλων:

  • Αύξηση του τουρισμού.
  • Θετική κάλυψη από τα διεθνή ΜΜΕ, αξίας εκατομμυρίων ευρώ.
  • Ενίσχυση του διεθνούς προφίλ, δικτύωση και νέες συμμαχίες.
  • Νέες θέσεις εργασίας – μια Πράσινη Πρωτεύουσα είναι πιο ελκυστική στους ξένους επενδυτές.
  • Περισσότερη έμφαση στα περιβαλλοντικά έργα μέσω χορηγών και επιχορηγήσεων.
  • Υπερηφάνεια των πολιτών.
  • Δυναμική για τη συνεχή βελτίωση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας.

Μια νέα αντίληψη για το περιβάλλον

Στο γενικότερο πλαίσιο, η θεσμοθέτηση του Βραβείου της Πράσινης Πρωτεύουσας της Ευρώπης, υποδηλώνει εμφανώς ότι έχει αρχίσει από πλευράς των πολιτικών ηγεσιών το περιβάλλον να αποκτά μια διαφορετική σημασία σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο.

Για μια μακρά περίοδο, η σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον περιοριζόταν στην εκμετάλλευση των τοπικών φυσικών πόρων. Εξαιτίας της γρήγορης ανάπτυξης της βιομηχανικής κοινωνίας μεταπολεμικά, το περιβάλλον χρησιμοποιήθηκε για εκμετάλλευση σε μια μεγαλύτερη κλίμακα, με την εντατικοποίηση της γεωργίας, τη βιομηχανική και τουριστική ανάπτυξη.

Καθώς εντάθηκαν οι πιέσεις από αυτές τις δραστηριότητες και επιδεινώθηκε η περιβαλλοντική κρίση, αυξήθηκε και η ευαισθητοποίηση των πολιτών και συνακόλουθα των πολιτικών και των κυβερνήσεων, σχετικά με τις σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις που απειλούν το μέλλον κάθε περιοχής αλλά και του πλανήτη. Η παραδοσιακή αντίληψη για τη φύση ως ανεξάντλητης, και επομένως, εκμεταλλεύσιμης έχει αρχίσει σταδιακά να αντικαθίσταται με πιο ολοκληρωμένες απόψεις, που λαμβάνουν υπόψη τη δυναμική της σχέσης φύσης – κοινωνίας. Έτσι, σιγά σιγά, συνειδητοποιήθηκε η αξία και η ανάγκη της «βιώσιμης ανάπτυξης» έναντι της «ανάπτυξης» με την έννοια της μεγέθυνσης, της διαδικασίας δηλαδή αύξησης των οικονομικών μεγεθών με υπερεκμετάλλευση και εξάντληση των φυσικών πόρων.

Σταδιακά αυτή η νέα αντίληψη κερδίζει έδαφος στις διαδικασίες διαμόρφωσης των πολιτικών και στη λήψη των αποφάσεων και εγκαταλείπονται οι παραδοσιακές και παγιωμένες «αναπτυξιακές» λογικές.

Η νέα προσέγγιση αντιμετωπίζει τους φυσικούς πόρους ως μια πηγή από την οποία μπορούμε να αντλούμε με μέτρο και να τροφοδοτούμε τις οικονομικές δραστηριότητες. Το περιβάλλον θεωρείται κοινό αγαθό, ουσιαστικής σημασίας σε ορισμένες οικονομικές δραστηριότητες, και συγχρόνως καθοριστικός παράγοντας τόσο για την ποιότητα ζωής, η οποία πρέπει να προστατευτεί, όσο και για την ευημερία των μελλοντικών γενεών.

Το περιβάλλον πλέον άρχισε να αντιμετωπίζεται «πολυδιάστατα», καθώς σχετίζεται με όλες τις τομεακές πολιτικές, επηρεάζεται άμεσα από αυτές και αφορά σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης.

Οι περιβαλλοντικές πολιτικές

Οι πολιτικές και το κανονιστικό πλαίσιο για το περιβάλλον, εκπορεύονται σήμερα από τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες και ειδικά στην Ελλάδα οι περιβαλλοντικές αρμοδιότητες συγκεντρώνονται λίγο πολύ, σε κεντρικό επίπεδο αντί να αποκεντρώνονται. Οι δημόσιες αρχές διατηρούν και δεν εγκαταλείπουν το μονοπώλιό τους στην περιβαλλοντική διαχείριση. Οι ξεπερασμένες διοικητικές μέθοδοι και η ανυπαρξία μηχανισμών εφαρμογής και διαχείρισης συντηρούν ανενεργό ένα μέρος αυτής της περιβαλλοντικής νομοθεσίας.

Τα προγράμματα που εφαρμόζονται θίγουν μια σειρά περιβαλλοντικών θεμάτων, όπως η μεταβολή του κλίματος, η όξινη βροχή, η ρύπανση του αέρα, η εξάντληση και η ρύπανση των φυσικών πόρων, η μείωση της βιοποικιλότητας, η υποβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος, η υποβάθμιση των παράκτιων ζωνών, η παραγωγή αποβλήτων κτλ.

Σήμερα, η προτεραιότητα στους στόχους της πολιτικής για τη διατήρηση και την προστασία της ποιότητας του περιβάλλοντος δίνεται στον ολοκληρωμένο έλεγχο της ρύπανσης και στη μείωση της ποσότητας των παραγόμενων αποβλήτων, στην προστασία της υγείας του ανθρώπου, στην ορθολογική διαχείριση των φυσικών πόρων, στην αλλαγή των προτύπων κατανάλωσης και παραγωγής.

Η περιβαλλοντική ανταγωνιστικότητα μοχλός τοπικής ανάπτυξης

Το περιβάλλον στις μέρες μας θεωρείται ότι είναι ένας πόρος και ένας βασικός παράγοντας στην ανταγωνιστικότητα, ιδιαίτερα στο επίπεδο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης Πρώτου Βαθμού. Η διατήρηση και η αξιοποίηση του περιβάλλοντος είναι συνώνυμη με τη διατήρηση του ιδιαίτερου χαρακτήρα μιας περιοχής. Αυτή η τάση μετατρέπεται σε στόχο από πολλές περιοχές και θα γίνει ακόμη ισχυρότερη μέσα στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, δεδομένου ότι, παράλληλα με την αγορά, αυξάνεται το ενδιαφέρον για τα ξεχωριστά στοιχεία ταυτότητας, το πρώτο από τα οποία είναι το περιβάλλον.

Ο όρος «αξιοποίηση» πρέπει να εκληφθεί υπό την ευρεία έννοιά του: η αξιοποίηση του περιβάλλοντος μπορεί να είναι όχι μόνο οικονομική αλλά και οικολογική, κοινωνική, πολιτιστική, και αισθητική. Με τη διεύρυνση της έννοιας της αξιοποίησης πέρα από την καθαρώς οικονομική σφαίρα, το περιβάλλον αναδεικνύεται και ως προϊόν και ως κινητήρια δύναμη της τοπικής ανάπτυξης και ένα ουσιαστικό συστατικό του «τοπικού κεφαλαίου» το οποίο αποτελεί σημαντικό παράγοντα ανάπτυξης για κάθε τοπική Δημοτική Αρχή. Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, η συντήρηση και η αξιοποίηση συνδέονται άρρηκτα και καλύπτονται μέσα από την προοπτική της ανταγωνιστικότητας και της βιωσιμότητας.

Οι Πρωτοβάθμιοι ΟΤΑ είναι σε θέση να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητά τους με την υπογράμμιση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων και ιδιοτήτων τους. Το περιβάλλον και η σχέση που διατηρούν μαζί του οι τοπικοί φορείς και οι κάτοικοι είναι συχνά ένα βασικό στοιχείο στην αύξηση της τοπικής ανταγωνιστικότητας, αν και μπορεί να μην αξιοποιείται αρκετά, καθώς απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξή της είναι η ύπαρξη μιας υγιούς μορφής Τοπικής Αυτοδιοίκησης που θα διαθέτει τις γνώσεις και την ικανότητα να αντιλαμβάνεται και να προωθεί τα τοπικά πλεονεκτήματα ανάλογα. Γεγονός είναι ότι οι φυσικοί και πολιτιστικοί πόροι έχουν αποκτήσει αξία σε τομείς που μέχρι σήμερα αγνοούνταν. Επίσης, λόγω της εικόνας που δημιουργούν αυτοί οι πόροι συμβάλλουν στην ποιότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών. Η απόδειξη αυτού είναι ο τρόπος με τον οποίο οι Τοπικές Αρχές προσπαθούν να εκμεταλλευτούν διεθνώς την εικόνα ενός υγιούς και φυσικού περιβάλλοντος για να προβάλλουν την ποιότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών τους στους εν δυνάμει καταναλωτές και επενδυτές.

Σήμερα, γενικά, έχει γίνει δύσκολο να εξασφαλιστεί η ανάπτυξη μιας περιοχής χωρίς ένα κατώτατο επίπεδο περιβαλλοντικής ανταγωνιστικότητας, δεδομένου ότι οι καταναλωτές είναι πιο απαιτητικοί όσον αφορά στην ποιότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών που αγοράζουν, που σημαίνει ότι η περιβαλλοντική ποιότητα πρέπει να αναδεικνύεται σε βασικό κριτήριο της αναπτυξιακής πολιτικής κάθε Δήμου. Επιπλέον, τα περιβαλλοντικά προβλήματα γίνονται εύκολα γνωστά και είναι αδύνατο για μια περιοχή να κρύψει τις αδυναμίες της.

Η αισθητική ποιότητα, η συντήρηση των τοπίων, η διατήρηση της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημάτων είναι κοινές αξίες στις σημερινές κοινωνίες. Το περιβάλλον δεν περιορίζεται μόνον στους φυσικούς πόρους, συνδέεται και με τους πολιτιστικούς πόρους (μνημεία, ιστορικές περιοχές κλπ.) και με μια ορισμένη ποιότητα της ζωής (ηρεμία, καθαρός αέρας, ομορφιά τοπίων κλπ.) στο αστικό περιβάλλον.

Πίσω από ένα καλοδιατηρημένο και αξιοποιημένο αστικό περιβάλλον υπάρχει πάντα ένα σχέδιο, μια κοινωνική στάση και δράση. Βασική προϋπόθεση για την επίτευξη της περιβαλλοντικής ανταγωνιστικότητας είναι το συμφωνημένο γενικό πλαίσιο για το περιβάλλον, το οποίο από τη μια θα τηρούν και θα σέβονται οι κάτοικοι της πόλης και από την άλλη η Τοπική Αρχή θα αναλάβει να συντονίζει και να υλοποιεί.